Από το υπό δημοσίευση βιβλίο: Α.Χ. ΚΟΥΛΟΥΜΠΑΡΙΤΣΗ "ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ - ΕΦΑΡΜΟΓΗ - ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ". ΑΘΗΝΑ: ΓΡΗΓΟΡΗΣ
βλ. και Α.Χ. ΚΟΥΛΟΥΜΠΑΡΙΤΣΗ (2003) "Η ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΣΤΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΚΆ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΉ ΠΡΑΞΗ." ΑΘΗΝΑ: ΓΡΗΓΟΡΗΣ
Α. ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
1.1 Το σχολικό βιβλίο και η σημασία του
Το σχολικό βιβλίο μονοπωλεί την πρωτιά ανάμεσα στα μέσα διδασκαλίας, τόσο στον ελληνικό όσο και στον διεθνή εκπαιδευτικό χώρο και, σύμφωνα με τον Altbach (1991, 257), αποτελεί μια από τις δυναμικότερες παιδαγωγικές εισροές στη σχολική τάξη. Όποιος θέλει να υπογραμμίσει τη σημασία του στην εκπαιδευτική διαδικασία δεν χρειάζεται να εντρυφήσει σε επιστημονικά συγγράμματα και μελέτες. Αρκεί να διανοηθεί κανείς –αν μπορεί- «μια κοινωνία και μια παιδεία χωρίς σχολικά βιβλία», για να παραφράσω το έργο του Ίλιτς «Κοινωνία χωρίς σχολεία».
Η σημασία των σχολικών βιβλίων υπογραμμίζεται και από το γεγονός ότι θεσμικά όργανα, όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης (Μπονίδης, 2005, 26) και οργανισμοί διεθνούς εμβέλειας και κύρους, όπως είναι η UNESCO (βλ. Pingel, 1999) και η Παγκόσμια Τράπεζα (World Bank), διαθέτουν τμήματα και εξειδικευμένο προσωπικό, που ασχολείται με την έρευνα για τα σχολικά βιβλία. Μια τέτοια έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας σε χώρες φτωχές της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής κατέδειξε ότι, όσο αυξάνεται ο αριθμός των μαθητών που έχουν δικά τους βιβλία για κάθε μάθημα, τόσο βελτιώνεται η επίδοση αυτών των μαθητών και κατ΄ επέκταση και η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στο κατά περίπτωση σχολείο ή περιφέρεια (Fuller, 1986).
Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα το σχολικό βιβλίο είναι ένα και μοναδικό σε κάθε γνωστικό αντικείμενο και αποτελεί την επίσημη εκδοχή του αναλυτικού προγράμματος. Η εφαρμογή του επίσημου αναλυτικού προγράμματος είναι υποχρεωτική και θεσμικά κατοχυρωμένη και συμπαρασύρει τη διδασκαλία του ενός και μοναδικού σχολικού βιβλίου.
Υπάρχουν όμως και χώρες που βρίσκονται στον αντίποδα της απόλυτης εξάρτησης από τα σχολικά βιβλία, όπως είναι η Φιλανδία και η Μ. Βρετανία. Συγκεκριμένα, τη Μ. Βρετανία, από παράδοση, τη χαρακτηρίζει ένα «βιβλιο-πολεμικό ήθος» και μηδαμινή ενασχόληση της ακαδημαϊκής της κοινότητας με την παιδαγωγική των σχολικών βιβλίων (Mardsen, 2001, 55 Μπονίδης, 2005, 35∙ Τραϊανού, 2009, 91).
Τι εννοούμε, όμως, με τον όρο «σχολικό βιβλίο»; Για τους εκπαιδευτικούς της υποχρεωτικής εκπαίδευσης (Δημοτικό - Γυμνάσιο), τουλάχιστον, ο όρος παραπέμπει σε ένα τρίπτυχο που περιλαμβάνει: «βιβλίο μαθητή» (ΒΜ), «τετράδιο εργασιών» (ΤΕ) και «βιβλίο εκπαιδευτικού». Φυσικά, στη συνείδηση όλων μας τον προεξέχοντα ρόλο τον κατέχει το ΒΜ, επειδή αυτό καθοδηγεί τη διδασκαλία και από αυτό, κυρίως, καλείται να διαβάσει και να μάθει ο μαθητής.
Εναλλακτικά προς τον όρο «σχολικό βιβλίο» χρησιμοποιείται ο όρος «σχολικό εγχειρίδιο» (βλ. Καψάλης & Χαραλάμπους, 1995). Αρκεί μια αναζήτηση στο Google για να διαπιστώσουμε ότι όλες οι καταχωρήσεις με τον όρο «σχολικά εγχειρίδια» αναφέρονται στα σχολικά βιβλία. Επομένως, οι δυο όροι είναι ταυτόσημοι (βλ. και Λεξικό Μπαμπινιώτη).
Στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία ο όρος «textbook», που κυριολεκτικά σημαίνει «εγχειρίδιο κειμένων» είναι προβληματικός, επειδή δεν είναι σαφές τι είδους είναι τα κείμενα αυτά ∙ συμπίλημα πληροφοριών, μία σύνθεση επιστημονικών γνώσεων, αποσπάσματα από έργα μεγάλων διανοητών, ένα βιβλίο με εργασίες και ασκήσεις; (Issitt, 2004, 684-685 Johnsen, 2001). Το προσδιοριστικό πρόθεμα «σχολικός» (school) καθιστά τον όρο πιο λειτουργικό και σαφή (Marsden, 2001).
Ο επιστημονικός κλάδος που μελετά της τεχνολογία των εκπαιδευτικών μέσων, επομένως και των σχολικών βιβλίων, είναι η Εκπαιδευτική Τεχνολογία (Jonassen, 1982, ix McNeil, 1996, κεφ. 6). Η Εκπαιδευτική Τεχνολογία ασχολείται με τη θεωρία και την πράξη του Διδακτικού Σχεδιασμού (Instructional Design) και τα μαθησιακά περιβάλλοντα (αλληλεπίδραση διδακτικών μέσων και ανθρώπων, βλ. και Κουλουμπαρίτση, 2009, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται και τα σχολικά βιβλία). Για παράδειγμα, οι Chambliss & Calfee (1998, κεφ. 9) παρουσιάζουν ένα εμπεριστατωμένο σύστημα σχεδιασμού - αξιολόγησης και βελτίωσης των σχολικών βιβλίων στη βάση αρχών του Διδακτικού Σχεδιασμού (βλ. και Κουλουμπαρίτση, 2003, 2009 Chiappetta, 1991).
Όμως, όπως θα δούμε και στη συνέχεια της μελέτης μας, το σχολικό βιβλίο χαρακτηρίζεται από τις πολλαπλές του λειτουργίες και εξαιτίας αυτού του γεγονότος πρέπει να αποτελεί προϊόν δι-επιστημονικού σχεδιασμού και καθίσταται αντικείμενο έρευνας σε επιστημονικούς κλάδους που δεν έχουν μεγάλη σχέση με την Εκπαιδευτική Τεχνολογία, όπως είναι, για παράδειγμα, η Παιδαγωγική της Ειρήνης (βλ. Μπονίδης, 2005) ή η Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (βλ. Φραγκουδάκη και Δραγώνα, 1997).
Μέχρι σήμερα, ο καθ΄ ύλην αρμόδιος φορέας σχεδιασμού σχολικών βιβλίων και αναλυτικού προγράμματος στη χώρα μας είναι το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (Ν. 1566/85).